PEDICEL - ορισμός. Τι είναι το PEDICEL
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι PEDICEL - ορισμός

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Pedicel; Pedicles; Pedicellus; Pedicle (anatomy); Pedicle (disambiguation); Pedicle (zoology)

Pedicel         
·noun The ventral part of each side of the neural arch connecting with the centrum of a vertebra.
II. Pedicel ·noun An outgrowth of the frontal bones, which supports the antlers or horns in deer and allied animals.
III. Pedicel ·noun A slender stem by which certain of the lower animals or their eggs are attached. ·see ·Illust. of Aphis lion.
IV. Pedicel ·noun A slender support of any special organ, as that of a capsule in mosses, an air vesicle in algae, or a sporangium in ferns.
V. Pedicel ·noun A stalk which supports one flower or fruit, whether solitary or one of many ultimate divisions of a common peduncle. ·see Peduncle, and ·Illust. of Flower.
pedicel         
['p?d?s(?)l]
¦ noun
1. Botany a small stalk bearing an individual flower in an inflorescence.
2. Anatomy & Zoology another term for pedicle.
Derivatives
pedicellate -'d?s(?)le?t adjective
Origin
C17: from mod. L. pedicellus 'small foot', dimin. of pes, ped- 'foot'.
Pedicellate         
  • Diagram of flower parts
STRUCTURE CONNECTING FLOWERS OR FRUIT TO THE MAIN STEM OF A PLANT
Pedicellate; Pedicels
·adj Having a pedicel; supported by a pedicel.

Βικιπαίδεια

Pedicle

Pedicle or pedicel may refer to: